Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012





Ήρθε
και με άγγιξε χαράματα

δίχως μάτια την είδα
να σκύβει κι η ανάσα της μύριζε
ανυπόμονο αρωματικό καιρό

μόνοι στον κόσμο κάτσαμε
κι ήπιαμε το κρασί μας
μ` έναν ανάλαφρο εαυτό
φορτωμένο γλυκές ματιές
και χίλια χέρια

Λοξοκοιτάζουν κι οι Θεοί
για ένα τραπέζι στη γιορτή
στριμώχνονται στην Πύλη

μα δεν προφήτεψαν σωστά
είχαμε κιόλας φύγει
αγκαλιασμένοι με μια φοινικιά
και τους δικούς μας κεραυνούς
στην ξαστεριά μελλούμενων αιώνων