Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

λυπημένοι ως είθισται

   
Σάμπως και ξέρω να κλιθώ
 φοίτησα  δεύτερο πρόσωπο σε αντωνυμίες κτητικές
 κακώς
 θα μπορούσα με ένα δίπλωμα έρμαιων καταστάσεων
 να είχα τώρα την διασφάλιση τού όλα εν τάξει
μα σάμπως και ξέρω να μετρώ
 τρία δύο ένα χτες… να `σου το λάθος
α, άλλη φορά δεν πίνω βράδυ μέμνησο
 κι ούτε πλέον θα περιηγούμαι στάχτες φωτιές
 να με αποσύρει στα μετόπισθεν της ίασης
 με το φορείο των σεντονιών η αγρύπνια
αν πάλι δεν έχω τίποτα να κάμω
 θ` αρχίσω να μιλάω ως είθισται για τον καιρό
 οπότε θα καταλήξω σίγουρα στου παραμύθου την αρχή
 πρόφερα κάποτε με διάθεση αναμμένου τζακιού
«Μια φορά κι έναν καιρό…»
και βρέθηκα σε μιαν τεράστια αίθουσα αναμονής
 γεμάτη λυπημένους επιβάτες
και ω του θαύματος
 αναχωρούσαν από κει για το παλιό χαμόγελο
 ιπτάμενες σχεδίες των θεών
από φλοιό κανέλας