Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015


Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015


Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

μονόλογος διάλογος



« σκάω αυτόχθονη φωτοβολίδα
να δεις
τίποτα απ` το μαύρο για μια στιγμή δε θα ισχύσει »

Του έρωτος ο υιός
και ο πατέρας
που έπλεκε τα στεγανά κλαδιά
να φράζει από ποταμούς την εσοδεία της άνοιξης

μα τα νερά πεπειραμένα υπέρβαση
όχθες πλημμύρα

μόνος
στερέωσα εξώθυρα σε υψηλό βοριά
ανέμισα τις χαραμάδες και διαπερνάς χλομός
για το ικανό των ημερών εχθρών που ηττήθηκα
ο λίγος
με λυπήθηκε ο θεός
είπε εσύ μοσχοβολάς καρφί και κυπαρίσσι ρίζα
να εκτρέφεις τον κατακόρυφο άνθρωπο
και μονόξυλο
μολύβι των νυχτών να σε μετακομίζει
κληρονομιά από την πρώτη εξ απαλών φορά

σκέψεις ερίζουν τα παλαιά δωμάτια
μα εσύ μονάχα από έναν υπαίθριο σταυρό δε λείπεις

πάντεψα τη μορφή σου
τον ερχομό
το όιιι σταμάτα φτάσαμε στην αυλή των γέλιων
ξεφορτώστε τα
κι έλειπες

αν μπορούσες θα σου φώναζα να τρέξεις
κι ας με διέσχιζες
και τρέχω εγώ τους γύρους τώρα του εαυτού
και πουθενά η Δευτέρα παρουσία

μίλησα λύγισμα κορφή
και ανάμεσό μας τόπος ιερός εσύ απροσπέλαστος
να με νικάς με ένα θάνατο
δε σκάλωσες ούτε ένα πρόσωπό σου σε προσόψιο
και του ξενυχτισμένου φεγγαριού δεν αποφάσισα ακόμα
ποιο δάχτυλο από τα εκλιπόντα θα με δείχνει

φύλλο
ενδύθηκα την πίκρα χλωροφύλλη
κι έγινε δάφνη που με μασάει
να μαντεύω δώρα απ` τη δική σου τη μεριά
σπασμένος δυο φορές
τη δεύτερη την ξέρω κι ας μην τη λέω επιστροφή
είναι εκεί που έφεγγα 
στα σαράντα χτυπήματα του σκοταδιού

έλα, μη μου φωνάζεις μες στα μάτια
πότε σου δάνεισα τη φωνή μου;
εσύ ποτέ δεν ήξερες να κλαις για μένα
όταν δεκάξι έφευγα
γύρνα
όχι
κι ύστερα αίσω ολόσωμος ξανά ημερωμένος
άλλα θεριά δεν είχα πια κόντρα στην αγάπη

νυν εσαεί
διαμπερής νεκρώσιμης πομπής
με το υπόλοιπο κερί ανά χείρας
κόσκινος από υπερώο έως πέλμα
και ο μονόλογος διάλογος
και η μελισσοφάγος ανεμώνη σε ό,τι λιβάδι φύτρωσα

επάρατος διαδικασία
να σε καλώ για ένα χάδι θεραπείας
το λέω κενό
κι ας ακουστεί κοινό για κείνονε που σκέτα ακούει
για τον ωραίο τυφλό που σέρνω ακόμη στις πλαγιές μου
έστω για μια σου θέα

πρόσελθε
με το χαλινό του αλόγου
που ιππεύαμε χαρές και τα χέρια άλυσος
και το ένα μάγουλό μου λοξά στην πλάτη σου του ιδρώτα
πρόσφερνε
καλοκρασί από την κάνουλα του φθινοπώρου
τέτοια εποχή κατέβαιναν τα αμπέλια μας
ως τα ρηχά του γόνατου κι ως το φίλτρο τη σπαραγγιάς
γυμνοπατώντας σε τα αγκάθια θα αντρωθείς έλεγες
μην κλαις
και στις φωτιές μην απελπίζεσαι
λέβητα της καρδιάς μου

χείλι ανισόρροπο
ξέφτι σχοινί στην πιο επίσημη ακροβασία
μετρώ τα σταθμά που με κατάφεραν σπάσιμο βάρος

οΐ οΐ το πυρετί πανί και το ξίδι
κι η γούβα του μαξιλαριού υπέρχειλη της νύχτας
προς την άλλη πλευρά των αθανάτων έτρεμα πυξίδα
κι ό,τι μου δίναν έβλεπα οι πεθαμένοι
λιβανόρουχα και καταχείμωνο αγκαλιά
σε ένα μέτριο βαθύ και σ` ένα κέντρο στάχτη

διάφανος κατατίθεμαι της λύπης
ξεσκέπαστος θάλασσα να εννοώ
στα δεκάξι μαθαίνεις δρόμο τρελαίνοντας
αλλιώς δε νοείσαι
απόσταξης Σαββατόβραδο
και μεθυσμένο γυαλί
αντιστρεπτά προς εαυτόν
η οχιά ο μαίανδρος το ξεροπόταμο
κι ο φράχτης που βαστούσε τα θολά
έξω από τη ζωή μας πατέρα
άφαντος

σε ποια διεύθυνση ουρανού να στείλω
των βροχών τις μουσικές και των μικρών ωρών τον ξένο
Δύση δύση όπου κι αν δεις

Κυριακή 30 Αυγούστου 2015

κι αγιόκλημα



"Κυριακή
και μην τρομάζετε με την αγάπη
ισχυρός ο οπλισμός του ρόδου
σέπαλα όπως
αγνό πηγαίο άχραντο
πέταλα αθόρυβα
το κάπου αλλού αθάνατη ζωή
και κανένα σχήμα λόγου

στάξε με αγάπη
στάλα απ` το φως σου
κύμα και άστρο
κι άνεμο πλάσε με
κι αγιόκλημα
σε επεισόδιο νυχτερινό ελευθερίας
μήνα Αυγούστου
και λίγο πριν το τέλος Σεπτεμβρίου
ρίξε με άοπλο στων έλξεων τη μάχη
δίχως σωσίβιο στη Μάγχη των ματιών..."

Σ,Ξ
30.08.15

Κυριακή 23 Αυγούστου 2015


Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015


ΙΒΥΚΟΣ - μέρος Α!

"Παραμονεύανε ληστές πίσω απ` τα δέντρα
τα χρυσαφένια του σανδάλια

Το στεφάνι της άνοιξης, τη λύρα
αυτοί τι να τα κάμουν;"


Σάββατο 13 Ιουνίου 2015


Σάββατο 30 Μαΐου 2015

Κοίτα



Κοίτα
μη ναυαγήσεις σε απόφαση σιωπής
νύχτα που κωπηλατώ
ολομόναχος τα δυο μου χέρια
κι εσείς πηγάδια μου ακάλυπτα
μη με καλείτε όχι τώρα
που τα μαύρα τριαντάφυλλα στην ακμή τους
έχω ταξίδι μακρινό να κάμω
σε γόνιμο παντέρημο
όπου τα ανθρώπινα υπόγεια
και τα φράγματα των φωνών
εκεί χτίζω ελαιώνες
με την ασπίδα τους εξοστρακίζω
τα τυφλά βέλη του μύχιου
κι η συνέπεια της πίκρας
καταπράσινο φύλλο

ω, ζώσα του μέλλοντος ποινή
πώς να γινόταν να μου ψιθύριζες
ένα δροσερό χατίρι στ` αυτί
ορμητικό υποσχέσεις
αλήθεια σου μιλάω
τι μ` έστειλες στους οπωρώνες της ερήμου
μόνο ένα μήλο δροσερό σου ζήτησα
κόκκινο απ’ όλες τις μεριές του ήλιου

Δευτέρα 11 Μαΐου 2015

ΠΕΡΙΣΥΛΛΟΓΕΣ




 Ξάπλα  στηρίζει  η ύλη αθάνατο
στον αγκώνα της περισυλλογής
κι η χούφτα νευρική γεμάτη χώμα
σφίγγει σώμα πηλό ανεπάρκειας
με το βελούδο μάτι του ελαφιού
τσαλακωμένο 

Κυριακή 26 Απριλίου 2015

Το πρώτο μου σπίτι
πλάι στη μυρμηγκοφωλιά
μικρόπετρες και ξύλα
κι η στέγη του από
πεσμένο πλατανόφυλλο
τα δάπεδα
βρύα βελούδα

αχ καθαρόαιμο συναίσθημα
που δεν κρατιέσαι με τίποτα

τώρα
στα υψίπεδα των κτιρίων
στις ψαλμωδίες των πικρών βροχών
τώρα μες στην κακοκαιρία των ανθρώπων
και των σπασμένων κεραιών

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

...



«απόψε
που πηδώ
κύκνος ζεστός σε λίμνες άλλων ψαριών»

Αχ, είσαι και συ μια ανθρώπινη φωνή
αλλά με του πουλιού γλυκό το ράμφος
αλλά με των θυμάτων τις εισπράξεις

βάλτες στην άκρη,
πάντα απ’ το μέλλον
έρχεται η πείνα κι η ανέχεια
είναι η απρόσωπη συνάντηση με το ελθόν
αφού τώρα δεν υπάρχεις

άλλοτε κομιστής περισκοπίου
τι έφερα μαζί μου απ’ το Βοριά

τα βράδια
τα βράδια που σε ονειρεύομαι 
και τα χείλη μου που γνώρισες ξυπνούν
με απάνω λίγο χιόνι