Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

ώριμη πέτρα

Είναι μια μαύρη μια άσπρη μάνα
κι ανάμεσά τους μια αγκαλιά
μες στου καιρού τα χώματα
σκάβουν λαγούμι
την άνοιξη σέρνουν από τα πόδια
στα σύνορα διασποράς του πόνου

και τ` ουρανού η πόρτα η παλιά
κατάκλειστη να ακούει
Είναι μια κίτρινη μια κόκκινη μάνα
μακριά
δίχως του αύριου κομπόδεμα
διαστολές κόρες θεριά
μέσα στους κύκλους του φόβου
με χέρια τους ακίνητα
αναδεύουνε το νου μας
και γω σε αθέατο μπαλκόνι σεργιανώ
πατάρι υγρό και τρία δάχτυλα
άλλο μαχαίρι δεν έχω
να κόβω στο χαρτί απόπνοια θανάτου
τοίχε μου
κραύγασε
και πάψε επιτέλους να δακρύζεις
μας έπνιξε το ανερμήνευτο το διάφανο
κι όσο νυχτώνει
πες του να μη προσμένει του κεριού
δε θα τ` ανάψω
χόρτασα από σιγανές φωτιές υπομονή που θρέφουν
ώριμη πέτρα στ` αριστερό κρατώ
κι απ` τ` ανοιχτό παράθυρο
το ξέγνοιαστο του κόσμου στόχος