Τρίτη 21 Απριλίου 2020

Αντίδραση σε μιαν ανάγνωση

Κάθομαι τώρα εδώ
εντελώς τέλεια καύση
σε πολυθρόνα πίσσα και στριφογυρνώ
την ύφανση ωραιότητα των φράσεων
μοίρες και μοίρες
και κρύβω του νου τα πόδια
κάτω απ` το τραπέζι της ανάγνωσης
τριών τεσσάρων μικροκειμένων
υπερκειμένων
αναποδογυρίζω τις στιγμές και τις διατάζω
σαν τις ανήμπορες χελώνες αγαθές ανάσκελα
να γνέθουν με τα νύχια ουρανό και να σκαλίζουν
ως το καύκαλο αφρό εξαίσιο πόνο
το μακρινό
τον πλησίον
τον εξ επαφής
με το νόημα τ` ασήκωτο κατάσαρκα
και φεύγω κι είμαι εκεί στο νόμο των λέξεων
με το γυαλί το χέρι
να πιέζει χρόνια αλγητικά
μέσα σε χίλια ξάπλα θέματα κι όρθιο ένα
φευγάτο πρόσωπο
ένα άρνηση στομωμένο ένα
της μνήμης τ` απαράλλαχτο κομμάτι
που ευλογούν η χλόη κι οι βροχές
και το μάρμαρο
με την κρυάδα της απουσίας

πες πες
για το μέγαρο
το άθικτο
των λυγμών πέρα στη σιγή των σεισμών
ασφυκτιά μέρες και έτη στ` αθάνατο
κι η  πόρτα της ηλικίας
που ανοιγοκλείνει και φυσούν αγκαλιές
εποχές τέσσερις επί είκοσι
σχεδόν πριν ακριβώς
μια στιγμή
τριγμός
που γράφει με μάτι ψαχνό
δήθεν ως το δεν είμαι
λέει λέει και λύεται στ` αδύνατο
δυνάμεις των ορίων μας

Πάρτο
δεν ξέρω τι βγήκε
δεν ξέρω τι να το κάμω
δεν το διορθώνω
δεν το διαβάζω
μένει επιστήθιο βάρος
με το βαρούλκο εκφορτώσεων
στην όχθη δικασμένου θυμού αδρανές
Ας το μοιράσει η ώρα
που περνάει την ώρα της
με απεργία πείνας καθιστική
στο δίκτυο των αιμάτων
Τι άλλο
παρά φράγμα φλόγα
αντεστραμμένο νάμα
που υψώνει στο μπαρμπρίζ
καθημερινών διαδρομών
έσω γη με ιπτάμενα υλικά

( στον ΒΛ )

τα πουλιά τα κοίμησης




"...με κοιτάς και με δείχνεις
φυσίγγιο ναι με εκπυρσοκροτεί ο αριστερός σου δείχτης
κι απογειώνονται τα πουλιά τα κοίμησης

ναι ήταν
κι έτσι να `ναι
όπως προείπε η άνοιξη
έναντί σου με τον κόκκινο φόβο
ξεγραμμένος στη σύγκρουση
πέρασε ο καιρός
κι υποχώρησα
τις σαβάνες των θεριών ξαναβρίσκοντάς σε
με τ` αντίστροφα βήματα
κι οι έλικες της μαργαρίτας
τρύπια αερόστατα
σαν όπως σε ώριμη στιγμή για να δοθείς
πτώση στη θλίψη


με τον ήχο ενός δακρύου 
σχολάν της ζωής οι κήποι
και φεύγουν μακριά
σε καμιάν εποχή..."

Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020

  • Διαβάζει ο αξέχαστος Νίκος Αιβαλής
  •  

Τρίτη 4 Ιουνίου 2019

Nagi
«…
μου επιτρέπεις να σε λέω Nagi
Nαγκί , όμορφο αγκάθι
μην κλαις
για τους άλλους άσε τα έκπληκτα μάτια
στων δακτύλων τις άκρες τα άγουρά μας πορτοκάλια
για το ίσως το κάποτε το αργά
που δε θα `μαι εδώ με τις λέξεις
μες στο δωμάτιο το παλιό
που σπάζουν στα παράθυρα
φιλιά μισοτελειωμένα
 
τα μικρά μας πουλιά κοιμούνται 
στο βρεγμένο γείσο της στέγης
αναστενάζοντας το κακό όνειρο
φυσάει πολύ
μα εγώ θα σε βγάλω περίπατο απόψε
με τα χέρια στις τσέπες
Ολομόναχος…»

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2018



" Πλάτη φεύγει η αγάπη
κι αβάσταχτα αργά
με τα άγια των ερειπίων ανά χείρας
και δάκρυα ξεσκέπαστα…»
...
Τώρα ως άγνωστος αγνώστων
υποβάλλω στο χώμα μου
μια δουλεμένη πέτρα
με τη σφραγίδα αισθήσεων έξι
και χαμηλώνω
κάτω απ΄το γιατρικό κίτρινο αγριόχορτο
δεν ήρθα πουθενά
κι όσο σε ξέρω και με ξέρεις
είναι απ΄ την υπόγεια καταγωγή
που ξεσήκωσα γραπτώς
Μην ψάξεις
δεν έχω άλλα στοιχεία
Φύκο ή Στοά
μήτε σκιά καλοκαιριού
να μ΄ αποζημιώνει"



Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017




Αρπάχτηκα απάνω σου γιατί ήσουνα καράβι
τα λυπημένα μου  ποιήματα μισούσα  τα περίτεχνα
μες στα κεφάλαια πνιγμένος της γραφής
στων παραγράφων τις αποτυχημένες πτήσεις
έχανα  πάντα αιτίες κι αφορμές δεν τα κατάφερα

μ` εμπιστοσύνη επέστρεψα τα πέντε γράμματα
στο ταπεινό το ρήμα
τι είχανε λιώσει  τα παπούτσια μου στους δρόμους
 
ήσυχα από το κερί του δειλινού  ανάβω πυρκαγιές
λύνε κι εσύ τους κόμπους για να δεθώ
στην πρύμνη σου ακολουθούσα βάρκα
κι αν πάλι
το νου μου αργήσεις να ντυθείς 
ξέρεις εσύ πού θα τον βρεις
θα ξενυχτά και θα κρυώνει στην άκρη του βοριά
Πάρ` τον μαζί κι ελάτε

Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017





" Επιπλέεις; "
Από ψηλά μπάντα χτυπάει ο ήλιος
ξέμεινα ξέμεινα από κόσμο φωνάζει
κι ό,τι αγαπούσα μ` αγάπη το `καψα
δεν έχει αδέρφι ο ήλιος
γίνε του
να διανυκτερεύει τουλάχιστον
ένα απόκληρο φως
κι από ψωμί κι από νερό καλά
μα ένα χαμόγελο ανθρώπου
εγκόλπιο γενναιοδωρίας
κι εγώ κάποτε τώρα
γύριζα αλλού βλέμμα και σώμα
κι απ` των ανθρώπων τη μεριά κανείς
μαυριδερός στη μνήμη
κι ούτε φορά να με ρωτάει νυχτοπέλαγος
-Επιπλέεις;
-Με φωτιά βάρκα, του λέω
για τι θαρρείς...
με ορθοστασία και ποίηση
αστραφτές νύχτες πάρτες
αποταμίευα και φούσκωσαν τα βιβλιάρια
πόσα θες
πάρ΄τα σου λέω όλα για να μπορείς
ν` αδειάσεις το άδειο
χάρισμα είναι
για εύκολα να πλέεις με το σπαθί
και αιματηρά να μιλάς μα όχι παντού
στον τυχόντα που ό,τι βάζει ο νους του…
Αχ, μολύβι μου
μονόξυλο ναυάγιο
S.X

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017



«αχ εσύ
ο δέκτης ο πομπός
της γλυκιάς πέτρας
η κρεμασμένη του άστρου
η ματωμένη των ανθρώπων
τι να σου στείλω;
ένα δάκρυ
μια χούφτα ελελίσφακο
απ` του κατακαλόκαιρου τα μέρη
ή έναν επίδεσμο των πληγών;
μη μου πικραίνεσαι
τα δάκρυα τα δικά μας
πάντα είχαν γεύση  Ανθρώπου..."

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017




"Αξίζουμε μια λάβα στιγμή
να αποδοθούμε στο άγνωστο
εξατμισμένοι"

Έκπληκτος ...
αναγνώριζα όλους μου τους προγόνους
ήμουνα το ξαφνικά όλον
το πλήρες
ταχταριζόμουν στα γόνατά τους
ο ευτυχής γέλιο με ήλιο μεμαγμένο
μα τότε γιατί αυτό το παλαιό δάκρυ
πόσους αιώνες πνιγόταν η στάλα απελευθέρωσης
κόσμε κόσμε
σε αναποδογυρίζω στις σωστές διαστάσεις
να πέφτουν από τις τσέπες σου
τα χρυσά νομίσματα που μου χρωστάς
και τώρα
κατεξοχήν πλούσιος υπηρέτης σε τραπέζια γραφής
καλοπληρώνοντας το τελευταίο απελθέτω
δικαιολογώ την αιωνιότητα του δυόσμου
εις υγείαν του αληθούς
εις υγείαν του Ανθρώπου


 

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2016


Thanks to Ms. Aimea Saul  
for the licensing of photography "Man Leaves"



Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

απ΄τη ΑΓΑΠΗ σου

κι εγώ
ρακοσυλλέκτης χρόνια
σ΄ό,τι ξεβγάζει η θάλασσα του κόσμου
μα πιότερο η δική σου
κι αν βρω
ένα πνιγμένο "Α" ένα "Π"
το μαζεύω
απ΄τη ΑΓΑΠΗ σου θα ΄ναι

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Παραχώρηση




Μου παραχώρησε το σπίτι της
να γράψω
δεν το ζήτησα
αλλ` ως στα μάτια της  έκαιγε ξένη φωτιά
το υποκατάστατο κέλυφος της παρουσίας της
ήταν μια λύση

η μυρωδιά του μ` έψαχνε πόρτα  πολλή
με τη μνήμη των κλειδιών ανά χείρας
όπως το τενεκεδένιο κουτί του καφέ
με γεύση πρωινού
και οι κουρτίνες κλειστές ακόμα
να φρουρούν το παλιό μας φως

κι όπως γλίστρησα
στο κάδρο της ανοξείδωτης  αγάπης
οι νύχτες ακόμα φυλακή
εκεί πεσμένα και τα σκουριασμένα δάκρυα

απηυδησμένα τα χαρτιά μου
παράβλεψαν τα χέρια μου
ετύλιξαν στα γρήγορα ρολό το παρελθόν
πριν νυχτώσει
με εγκατέλειπαν  έναν  έναν
στην ευθεία της μοναξιάς

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016




“Ενάλιο παράθυρο”

με βρέχεις εικόνα 
μισός σκοτεινός
κι ο άλλος υπόλοιπο
με του σύννεφου την πέτρα στο χέρι
δεν ξέρω πώς να βγω
με ποια λογική ανέμου
από τούτο το τετράγωνο

έμελλε να ζήσω
με μιαν απόσταση χεριών φεγγάρι μου
και αναπηδητά κάτω απ’ το δέντρο της σπουδής
να ’σουν τουλάχιστον σε προσιτό κλαδί
το βαρύ επιδόρπιο
με ουρανού υλικά να σκύβεις
διπλή πυρόσβεση και να συγκλίνεις
στη φωτιά

ματαίως
αγκίστρι
δίχτυ
ωμή παλάμη
και άλλους ό,τι βρω άρπαγες
απ’ το λαιμό να κατεβάζω το θεό
κι όλα μισά
κι όλο μισά να ανοίγω λόγια
με αθάνατα λυχνάρια τι δουλειά έχω
άναψα στα τσιγάρα μου ναρκωτικά σινιάλα
και ενάλιος στο παράθυρο
σ’ ευτυχισμένο χάλι βαφτίζομαι 
Αύγουστος